Κυριακή 27 Νοεμβρίου 2011

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ & ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΕΚΝΟΥ - ΓΟΝΕΑ

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΠΑΤΕΡΑ ΜΕ ΑΝΗΛΙΚΟ ΤΕΚΝΟ,ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ.
To δικαίωμα επικοινωνίας του γονέα που δεν διαμένει με το τέκνο είναι προσωποπαγές, ανεπίδεκτο παραιτήσεως ή μεταβιβάσεως και δεν μπορεί να αποκλεισθεί με δικαστική απόφαση (παρά μόνον εάν η ανάγκη προστασίας του τέκνου το επιβάλλει, π.χ. φρενοβλαβής γονέας), αλλά να ρυθμισθεί η άσκησή του. Αν το επιβάλλει το συμφέρον του τέκνου και συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι αποτροπής ενεργειών ασυμβίβαστων με την άσκηση της επικοινωνίας (π.χ. όταν υπάρχει κίνδυνος απαγωγής του παιδιού από τον ασκούντα την επικοινωνία γονέα), είναι δυνατόν, με δικαστική απόφαση, να περιορισθεί το δικαίωμα επικοινωνίας (με γνώμονα πάντοτε το συμφέρον του τέκνου), οι δε περιορισμοί να αναφέρονται στον τόπο επικοινωνίας, τον χρόνο της, την παρουσία τρίτων προσώπων κατά την διάρκειά της κ.α (π.χ. παράδοση - παραλαβή τέκνου μέσω τρίτου προσώπου λόγω οξυμμένων σχέσεων των γονέων του (ΑΠ 169/82 ΕΕΝ 50, 109).
Ο gardner αναφέρει οτι στην υπέρμετρη αγάπη παιδιού-πατέρα, η μάζα από ζήλεια κατηγορεί τον πατέρα ακόμα και για σεξουαλική παρενόχληση για να αποκόψει την επικοινωνία. Τότε υπάρχει κακή άσκηση της γονικής μέριμνας.

ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΓΟΝΕΑ. ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ. ΚΑΘΗΚΟΝ ΟΧΙ ΔΙΚΑΙΩΜΑ
«…Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1520 ΑΚ, ο γονέας μετά του οποίου

δεν διαμένει, για οποιονδήποτε λόγο, το ανήλικο τέκνο του, διατηρεί το

δικαίωμα της προσωπικής μετ` αυτού επικοινωνίας, τα σχετικά δε μ` αυτή

κανονίζονται ειδικότερα από το Δικαστήριο. Το άκρως αυτό προσωπικό

δικαίωμα του γονέα απορρέει από το φυσικό δεσμό του αίματος και του

αισθήματος στοργής προς το τέκνο του, συντελεί δε στην ανάπτυξη του

ψυχικού κόσμου του τελευταίου και της εν γένει προσωπικότητας του και για

το λόγο αυτό, αποβλέπει κυρίως στο καλώς εννοούμενο συμφέρον του (ΑΠ

659/1998 ΝοΒ 47, 1412, ΕφΘεσ 2322/1997 ΕλλΔνη 40, 358). Ενόψει των

προεκτεθέντων, η δυνατότητα προσωπικής επικοινωνίας δεν μπορεί να

αφαιρεθεί από το γονέα που δεν έχει μαζί του το τέκνο, ούτε και να

περιορισθεί, παρά μόνο στο μέτρο που σε εξαιρετικές περιπτώσεις, τούτο

επιβάλλεται από σπουδαίο λόγο (ΕφΑθ 1461/1997 ΕλλΔνη 38, 868, ΕφΘεσ

3570/1991 Αρμ ΜΣΤ,133). Τόσο για τον πλήρη αποκλεισμό όσο και για τον

περιορισμό της επικοινωνίας του τέκνου με τον γονέα ή τους απώτερους

ανιόντες του, το Δικαστήριο θα εξετάσει εάν αυτό είναι αναγκαίο για το

συμφέρον του τέκνου και όχι για το συμφέρον του γονέα ή τρίτου που έχει την

επιμέλεια αυτού. Ο νομοθέτης λόγω αδυναμίας καθορισμού εκ των προτέρων

αντικειμενικών κριτηρίων εξειδικεύσεως της αόριστης νομικής έννοιας του

συμφέροντος του τέκνου, προκειμένου να καθορισθεί η προσωπική

επικοινωνία του γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο, παρέχει εξουσία

στο Δικαστή να μπορεί να κρίνει, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, όπως θα

έπραττε ο ίδιος (ο νομοθέτης), αν επρόκειτο να τάμει με νόμο τη συγκεκριμένη

διαφορά. Για την εξειδίκευση της ανωτέρω αόριστης νομικής έννοιας δεν είναι

δυνατόν να προταθεί ένα ενιαίο κριτήριο για όλες τις περιπτώσεις, αλλά

περισσότερα διαφορετικά, που σε κινητή μεταξύ τους σχέση, μπορούν να

καθίστανται κάθε φορά αποφασιστικά, συνδυαζόμενα μεταξύ τους (βλ. ΕφΑθ

4818/1997 και σημείωση Στυλ. Πατεράκη, ΕλλΔνη 39, 879)…» (ΕφΘεσ

738/2009 ΕφΑΔ 2010, σ. 191, ΝΟΜΟΣ).«…Η ρυθμίζουσα την επικοινωνία

γονέα και τέκνου απόφαση, εκδιδομένη μετά στάθμιση κυρίως του

συμφέροντος του τελευταίου, μπορεί να κηρυχθεί προσωρινώς

εκτελεστή (Γεωργιάδη - Σταθόπουλου ΑΚ, υπ` άρθρα 1520 αριθ. 104 και

27

1518 αριθ. 131), περαιτέρω δε το Δικαστήριο έχει, σύμφωνα με τη διάταξη του

άρθρου 950 παρ. 2 του ΚΠολΔ, δυνητική ευχέρεια όπως, κατ` εφαρμογή της

διατάξεως του άρθρου 947 του ιδίου παραπάνω κώδικα, να απειλήσει κατά

του άλλου γονέα, για την περίπτωση που ήθελε παρεμποδίσει την

επικοινωνία αυτή ή παραβιάσει τους περί αυτήν τεθέντες υπό του δικαστηρίου

όρους, προσωπική κράτηση και χρηματική ποινή (βλ. ΑΠ 422/1999, ΕλλΔνη

40.1546, ΑΠ 444/1990 ΕλλΔνη 31.996). Τέλος, σύμφωνα με τη διάταξη του

άρθρου 681 Γ` του ΚΠολΔ, προκειμένης δίκης περί την ανάθεση ή την

άσκηση της γονικής μέριμνας ή, για την ταυτότητα του νομικού λόγου, και

μόνης της επιμελείας του προσώπου ανηλίκου ή τη ρύθμιση της μετά των

γονέων του επικοινωνίας, διεξαγόμενης μεταξύ των τελευταίων, το δικαστήριο

υποχρεούται, κατά την πρώτη συζήτηση της αγωγής και πριν από κάθε

συζήτηση, να επιλύσει συμβιβαστικά, μεταξύ αυτών, τη διαφορά, μετά από

ακρόαση των ιδίων και των πληρεξουσίων τους. Ο τυχόν επιτυγχανόμενος

όμως, τελικώς, συμβιβασμός πρέπει ν` αποβλέπει στο συμφέρον του τέκνου,

διαφορετικά δεν δεσμεύει το δικαστήριο...) (ΜΠΘεσ 28658/2006,Αρμ. 2007,

σ. 387). «…Το δικαίωμα επικοινωνίας του γονέα μετά του ανηλίκου τέκνου,

που πηγάζει ευθέως από την προδιαληφθείσα διάταξη (ΑΠ 162/1993 ΕλλΔνη

34.598), λειτουργεί μέσα στη φύση των οικογενειακών δικαιωμάτων, πλην

όμως αυτό δεν αποτελεί παράλληλα και καθήκον, όπως συμβαίνει με τη

γονική μέριμνα και γι` αυτό δεν υφίσταται νομική υποχρέωση να

επικοινωνεί με το τέκνο του, εντεύθεν δε δεν μπορεί να εξαναγκαστεί η

επικοινωνία με το ανήλικο τέκνο του, με αγωγή στρεφομένη εναντίον

του. Επομένως, ενάγων στη δίκη για τη ρύθμιση του δικαιώματος

επικοινωνίας με το ανήλικο τέκνο, είναι ο γονέας που δεν ασκεί τη γονική

μέριμνα ή δεν διαμένει μαζί με το τέκνο, σε καμία δε περίπτωση δεν

νομιμοποιείται ενεργητικά ο γονέας που ασκεί τη γονική μέριμνα ή διαμένει

μαζί του το τέκνο (ΕφΑθ 3778/1993 ΕλλΔνη 35.440, ΕφΘεσ 2743/1984

ΕλλΔνη 32.1344, ΕφΑθ 920/1986 ΝοΒ 35.929, Κουνουγέρη - Μανωλεδάκη:

Οικ. Δικ. τόμος Β` σελ. 66 επ.)…» (ΜΠΒόλου 191/2001 ΑρχΝομ 2002, σ. 49,

ΝΟΜΟΣ) «…Ο ενάγων στην προκείμενη περίπτωση είναι ο γονέας που

διατηρεί το δικαίωμα της επικοινωνίας με το τέκνο, δηλαδή ο γονέας με τον

οποίο δεν διαμένει αυτό και εναγόμενος είναι αυτός που αμφισβητεί ή

εναντιώνεται στο δικαίωμα του γονέα, συνήθως ο γονέας, ο οποίος έχει την

επιμέλεια του τέκνου ή και τρίτος, πράγμα που σημαίνει ότι ο γονέας, ο

οποίος έχει την επιμέλεια του τέκνου, δεν έχει το δικαίωμα και έτσι δεν

νομιμοποιείται ενεργητικά να ζητήσει να ρυθμιστεί η επικοινωνία του τέκνου

του αυτού με τον άλλο γονέα, ο οποίος δεν έχει την επιμέλεια του και ούτε

διαμένει με αυτό (βλ. και ΕΑ 1609/1995 ΕλΔ 38,1603 και τις εκεί παραπομπές

σε Π. Τζίφρα: Ασφ. Μέτρα, έκδ. 1976, σελ. 466, ΕΑ 920/1986 ΝοΒ 35,929 και

ΕφΘεσ 2743/1989 ΕλΔ 32,1344) και είναι γι` αυτό (ήτοι για έλλειψη

ενεργητικής νομιμοποίησης) η σχετική αγωγή απαράδεκτη και ως τέτοια

πρέπει και αυτεπαγγέλτως να απορριφθεί (άρθρο 73 ΚΠολΔ). Στην

περίπτωση, όμως, που κατά τη διαδικασία των άρθρων 683 έως 703 ΚΠολΔ

(των Ασφ. Μέτρων) έχει διαταχθεί προσωρινά η ρύθμιση της επικοινωνίας με

τον γονέα που δεν έχει την επιμέλεια των τέκνων, κατά την ΚΠολΔ 697 μπορεί

και ο γονέας που έχει την επιμέλεια να ζητήσει και από το Εφετείο, υπό την

προϋπόθεση ότι εκκρεμεί σ` αυτό η κύρια υπόθεση (η τακτική δηλαδή αγωγή

του γονέα που κατά τα άνω δεν έχει την επιμέλεια για ρύθμιση του

δικαιώματος του επικοινωνίας με τα τέκνα), να μεταρρυθμισθεί ή να ανακληθεί

28

ολικά ή μερικά η απόφαση, με την οποία κατά τα άνω ρυθμίσθηκε κατά τη

διαδικασία των Ασφ. Μέτρων προσωρινά η επικοινωνία των τέκνων με τον

γονέα που δεν έχει την επιμέλεια τους (πρβλ. σχετικά και ΕΑ 10769/1991 ΕλΔ

36,658)…» (ΕφΑθ 400/2007 ΕφΑΔ 2008, σ. 316, ΝΟΜΟΣ) «…Το δικαστήριο

δε πριν από την έκδοση της απόφασής του, ανάλογα με την ωριμότητα του

τέκνου, λαμβάνει υπ` όψη τη γνώμη του (σχετικά και τα άρθρα 3 και 6 της

Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την άσκηση των δικαιωμάτων των παιδιών, που

υπογράφηκε στο Στρασβούργο στις 25 Ιανουαρίου 1996 και κυρώθηκε με το

Ν 2502/1997 και συνεπώς αποτελεί εσωτερικό δίκαιο συνταγματικής ισχύος

υπερισχύουν κάθε αντίθετης διάταξης νόμου - βλ. αναφορικά μ` αυτήν Φώνη

Σκορίνη-Παπαρρηγοπούλου, Αν. Καθηγήτρια Νομικής Σχολής Αθηνών στην

ΕλΔ 44.19 επ. και Κωστή Δεμερτζή, δικηγόρο στη Δ 37.1160 επ.)...» (ΕφΑθ

400/2007 ΕφΑΔ 2008, σ. 316, ΝΟΜΟΣ).

ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ





«…Κατά το άρθρο 1536 ΑΚ, αν από τότε που εκδόθηκε δικαστική απόφαση

σχετική με τη γονική μέριμνα μεταβλήθηκαν οι συνθήκες, το δικαστήριο

οφείλει, ύστερα από αίτηση ενός ή και των δύο γονέων, των πλησιέστερων

συγγενών ή του Εισαγγελέα, να προσαρμόσει την απόφασή του στις νέες

συνθήκες, ανακαλώντας ή μεταρρυθμίζοντάς την, σύμφωνα με το συμφέρον

του τέκνου και ιδίως να αποδώσει στο γονέα την άσκηση της γονικής μέριμνας

που του έχει αφαιρεθεί…» (ΑΠ 1166/2010, ΝΟΜΟΣ) «…Εφόσον κάθε

απόφαση του δικαστηρίου σχετική με τη ρύθμιση της γονικής μέριμνας πρέπει

να αποβλέπει στο συμφέρον του τέκνου (ΑΚ 1511 παρ. 2 εδ. β`), είναι

αναγκαίο να υπάρχει δυνατότητα ανάκλησης ή μεταρρύθμισης της, εφόσον

αυτή καθίσταται επιβεβλημένη χάριν καλύτερης εξυπηρέτησης του

συμφέροντος του λόγω μεταβολής των συνθηκών, στις οποίες στηρίχθηκε το

δικαστήριο κατά την έκδοση της αρχικής αποφάσεως. Για την εξυπηρέτηση

της αναγκαιότητας αυτής εισήγαγε ο νομοθέτης τη διάταξη ΑΚ 1536, με την

οποία και καθιερώνεται απόκλιση από την καταρχήν δεσμευτική ενέργεια των

δικαστικών αποφάσεων (ΚΠολΔ 321). Η απόκλιση αυτή ισχύει για όλες τις

δικαστικές αποφάσεις που ως αντικείμενο έχουν τη ρύθμιση της άσκησης της

γονικής μέριμνας. Η παρεχόμενη στο δικαστήριο δυνατότητα αποτελεί

αναγνωριζόμενη από το ουσιαστικό δίκαιο αρμοδιότητα για μεταβολή της

αρχικής αποφάσεως του. Σύμφωνα με το σκοπό της διατάξεως, η

απαιτούμενη για την εφαρμογή της μεταβολή των συνθηκών περιλαμβάνει όχι

μόνον τη μεταβολή των πραγματικών δεδομένων υπό τα οποία εκδόθηκε η

απόφαση που ρύθμισε τη γονική μέριμνα, αλλά και, γενικότερα, την εμφάνιση

περιστατικών τα οποία οδηγούν σε διαφορετική ενδεχομένως κρίση. Τα

30

περιστατικά αυτά είναι αδιάφορο αν συνέβησαν τώρα για πρώτη φορά, ή

υπήρχαν ήδη κατά το χρόνο της αποφάσεως και δεν τέθηκαν υπόψη του

δικαστηρίου, ή παραβλέφθηκαν, ή έγινε κακή εκτίμηση, ενώ κατά μία

ευρύτερη ερμηνεία, που υποστηρίζεται κυρίως από τους θεωρητικούς (πρβλ.

και ΕφΑθ 2340/1986 ΕλλΔνη 27.1142), κάθε απόφαση σχετική με τη γονική

μέριμνα μπορεί να ανακληθεί ή μεταρρυθμιστεί οποτεδήποτε και, μάλιστα,

ανεξάρτητα από το αν μεταβλήθηκαν ή όχι τα πραγματικά περιστατικά,

εφόσον αυτό επιβάλλεται από το συμφέρον του τέκνου. Το ότι η

μεταρρύθμιση της αποφάσεως επιβάλλεται από το συμφέρον του τέκνου

σημαίνει μεταβολή της αρχικής κρίσεως, η οποία θα στηρίζεται στην εμφάνιση

νέων περιστατικών, στοιχείων και δεδομένων. Επομένως, η ερμηνεία αυτή

είναι σύμφωνη με το σκοπό της διατάξεως, η οποία αποβλέπει πρωτίστως

στην εξυπηρέτηση του συμφέροντος του τέκνου, πρέπει όμως να γίνεται με

φειδώ χρήση της, γιατί ειδάλλως θα αποτελούσε η αγωγή εκ της ΑΚ 1536

υποκατάστατο του δικαιώματος έφεσης κατά αποφάσεως απορριπτικής

προηγούμενης παρόμοιας αγωγής. Η επιγενόμενη μεταβολή των συνθηκών ή

τα νέα πραγματικά περιστατικά θα σχετίζονται με το πρόσωπο του παιδιού, τα

πρόσωπα των γονέων ή του τρίτου στον οποίο ανατέθηκε η γονική μέριμνα ή,

τέλος, θα αναφέρονται στις γενικότερες συνθήκες του κοινωνικού

περιβάλλοντος του ανηλίκου. Συνήθεις θα είναι οι περιπτώσεις μεταβολής των

συνθηκών ύστερα από την έκδοση δικαστικής αποφάσεως που ρύθμισε τη

γονική μέριμνα σύμφωνα με την ΑΚ 1513 μετά το διαζύγιο ή την ακύρωση του

γάμου των γονέων. Περιστατικά σχετιζόμενα με το πρόσωπο του τέκνου θα

είναι, για παράδειγμα, η μεγαλύτερη ηλικία του ή η ιδιάζουσα κατάσταση της

υγείας του, που καθιστά απαραίτητη τη μητρική περίθαλψη και φροντίδα.

Περιστατικά αναγόμενα στο πρόσωπο των γονέων είναι η ενηλικίωση του

ανήλικου γονέα, ο νέος γάμος του γονέα, στον οποίο ανατέθηκε μετά το

διαζύγιο η γονική μέριμνα, σοβαρό πρόβλημα υγείας, ανήθικη συμπεριφορά,

η οποία εκθέτει σε κίνδυνο τον ψυχικό κόσμο και την ηθική ανάπτυξη του

τέκνου, αδιαφορία ή βάναυση συμπεριφορά του γονέα που ανέλαβε την

επιμέλεια, εγκατάλειψη της φροντίδας και της εποπτείας του τέκνου,

δημιουργία έχθρας του παιδιού προς τον άλλο γονέα με σκοπό την

παρεμπόδιση της επικοινωνίας μαζί του κλπ. Η de facto άσκηση της

επιμέλειας του παιδιού από τον ένα των συζύγων μετά το διαζύγιο κατά

τρόπο που ανταποκρίνεται στα συμφέροντα του τέκνου, εμποδίζει την

ανάθεση της στον άλλο, όταν αυτός καθ` όλο το προηγούμενο χρονικό

διάστημα επέδειξε αδιαφορία έναντι του τέκνου (βλ. Πουλιάδη, στου

Γεωργιάδη - Σταθόπουλου, αρθρ. 1536). Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου

1518 παρ. 1 του ΑΚ, η επιμέλεια του ανηλίκου συνδέεται με το δικαίωμα των

γονέων του ή, σε περίπτωση διασπάσεως της συμβιώσεως τους, του εξ

αυτών έχοντος ταύτην, να προσδιορίζουν τον τόπο διαμονής του, δηλαδή το

συγκεκριμένο γεωγραφικό τόπο αλλά και το οίκημα όπου ο ανήλικος θα

διαμένει…» (ΜΠΘεσ 38741/2005 Αρμ 2005, σ. 1929, ΝΟΜΟΣ) «…Αρμόδιο

υλικά για να προσαρμόσει, κατ` άρθ. 1536 ΑΚ, την απόφασή του στις νέες

συνθήκες, είναι, σύμφωνα με το άρθρο 17 αριθ. 1 ΚΠολΔ, το δικαστήριο που

εξέδωσε την αρχική απόφαση, ήτοι το μονομελές πρωτοδικείο, που δικάζει

κατά την οριζόμενη στα άρθρα 681 Β’ και 681 Γ’ διαδικασία (Βαθρακοκοίλη,

ό.π., Κουνουγέρη-Μανωλεδάκη, ό.π. σελ. 94 και 101, Πουλιάδης στον ΑΚ

Γεωργιάδη-Σταθόπουλου, άρθ. 1536 αρ. 7, Μ. Νικολακοπούλου-Στεφάνου, οι

συνέπειες του διαζυγίου, σελ. 191 σημ. 48) κατόπιν ασκήσεως αγωγής από τα

31

αναφερόμενα στο άρθρο 1536 ΑΚ πρόσωπα (ΑΠ 545/1986 αδημ.

προσκομιζόμενη, ΕφΑθ 8631/1984 ό.π.). Εξάλλου, σύμφωνα με την

καθιερούμενη στο άρθ. 12 ΚΠολΔ αρχή της μη υπερβάσεως του πρώτου

βαθμού δικαιοδοσίας, απαγορεύεται η εισαγωγή υποθέσεως απευθείας στο

δευτεροβάθμιο δικαστήριο κατά παράλειψη του πρώτου βαθμού, εκτός αν

αλλιώς ορίζεται στο νόμο (όπως στην παρέμβαση και την τριτανακοπή, άρθ.

79, 80, 587 ΚΠολΔ). Η αρχή αυτή δεν παραβιάζεται όταν, κατά το άρθρο 535

ΚΠολΔ, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, κατά παραδοχή, ως βασίμου, λόγου

εφέσεως, εξαφανίζει την πρωτόδικη απόφαση και ακολούθως διακρατώντας

την υπόθεση, δικάζει αυτήν κατ` ουσίαν, αδιαφόρως αν συζητήθηκε

πρωτοδίκως η ουσία της υποθέσεως, γιατί ήδη η υπόθεση έχει διέλθει από

τον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας, ενώ με την πιο πάνω αρχή απαγορεύεται

μόνο η απ` ευθείας εισαγωγή της υποθέσεως στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο.

Στην περίπτωση αυτή δεν δικάζεται πλέον η έφεση αλλά η αγωγή, που την

ερευνά το δευτεροβάθμιο δικαστήριο οίκοθεν αντί του πρωτοβαθμίου

δικαστηρίου, στη θέση του οποίου υποκαθίσταται (Σαμουήλ, Η έφεση (1993)

§§ 1144, σελ. 345, § 1172 σελ. 359, Μπέη, ΠολΔ άρθ. 525 σελ. 1985 υπό

στοιχ. β`, Κεραμέας, αστ. δικον. δίκαιο (1986) παρ. 33, σελ. 18, υπό στοιχ. (γ),

Βαθρακοκοίλη ΚΠολΔ, άρθ. 12 αρ. 4, άρθ. 334 αρ. 19, ΑΠ 72/1980 Δίκη

11.920, ΑΠ 921/1977 ΝοΒ 26.724, ΑΠ 249/1977 ΕΕΝ 44.682 ΕφΑθ

12636/1989 ΕλλΔνη 33.846)…» (ΕφΑθ 1903/1999 ΕλλΔνη 2001, σ. 753,

ΝΟΜΟΣ).
Το αρ. 1532 ορίζει αφαίρεση επιμέλειας σε περίπτωση κακής άσκησης. Ως κακή άσκηση θεωρείται και η ψυχική κακοποίηση και οι ψευδείς μαρτυρίες για δήθεν σεξουαλική παρενόχληση του παιδιού από τον πατέρα. Δέστε γαλλική νομολογία. 
Πρόσφατα, στα ποινικά δικαστήρια Θεσσαλονίκης, καταδικάστηκε τελεσίδικα τέτοια μητέρα, για συκοφαντική δυσφήμιση του πατέρα. 

1 σχόλιο:

  1. Στο βιβλίο του ο Νίκος Σπιτάλας (http://spitalas.blogspot.com), αποδεικνύει οτι και στην Ελλάδα υπάρχουν παιδεραστές που κρύβονται πίσω από τη δικαιοσύνη (δικαστής, εισαγγελέας, δικηγόρος) που αναζητούν παιδιά κυρίως εκτός γάμου που βρίσκονται στη δύνη αντιδικίας γονέων (διαζύγια, εγκατάλειψη, κτλ).
    Εύκολα προβάλουν τον διεστραμμένο εαυτό τους σε πατεράδες που ζητούν επιμέλεια και τους κατηγορούν οτι δήθεν εκείνοι είναι παιδεραστές. Στην Ελλάδα, πάνω από 100.000 μπαμπάδες έχουν κατηγορηθεί ψευδώς οτι δήθεν παρενοχλούν τα παιδιά τους. Λίγοι έχουν δικαιωθεί, πολλοί δεν άντεξαν και πέθαναν και αρκετοί βρίσκονται στη φυλακή. Ποτέ όμως δεν ξανα-είδαν τα παιδιά τους (Σύνδρομο Γονικής Αποξένωσης) και κατά τον R. Gardner πάντα είχαν άριστη σχέση με τα παιδιά τους και μάλιστα καλύτερη από τη μητέρα η οποία έχοντας το κόμπλεξ υποκύπτει στα γραπτά του δικηγόρου και πείθει όλους ακόμα και τα μικρά παιδιά που αυθυποβάλλονται. .

    ΑπάντησηΔιαγραφή